Έγκλημα στην Πλάκα: Την σκότωσε γιατί δεν ήθελε να τον παντρευτεί - Agioi Theodoroi.gr

Τελευταία Νέα

Σάββατο, Φεβρουαρίου 26, 2022

Έγκλημα στην Πλάκα: Την σκότωσε γιατί δεν ήθελε να τον παντρευτεί


Στη διασταύρωση των οδών Αγίας Φιλοθέης και Απόλλωνος ένας 24χρονος ναυτικός από τα Χανιά δολοφόνησε την 19χρονη Ελένη, πυροβολώντας τέσσερις φορές με περίστροφο «Σμιθ 32». Ο ίδιος ισχυρίστηκε αργότερα στο Αστυνομικό Τμήμα ότι έπειτα από σχέση 15 μηνών, την ζήτησε σε γάμο και εκείνη τον εγκατέλειψε χωρίς κανένα λόγο.
Οι σφαίρες του Θρασύβουλου βρήκαν την Ελένη στο κεφάλι και την ωμοπλάτη. Την ξάπλωσαν μεμιάς πλημμυρισμένη στο αίμα στη μέση κεντρικού δρόμου της Πλάκας. Αυτόπτες μάρτυρες του περιστατικού την έβαλαν σε αυτοκίνητο και την μετέφεραν σε σταθμό πρώτων βοηθειών. Εκεί διαπιστώθηκε απλώς ο θάνατος της.
Ο Θρασύβουλος που της είχε αφαιρέσει τη ζωή, όταν την είδε να κλονίζεται και να πέφτει στο δρόμο, τράπηκε σε φυγή, ενώ πίσω του έτρεχαν αρκετοί πολίτες που είδαν το περιστατικό και βρίσκονταν εκείνη τη στιγμή στο δρόμο. Τρέχοντας εκείνος κατάφερε να μπει στο κτίριο μίας αντιπροσωπείας και κρύφτηκε μέσα στο μηχανοστάσιο ελπίζοντας ότι θα γλιτώσει την σύλληψη αλλά και το λιντσάρισμα, όπως είπε αργότερα ο ίδιος. Όταν έφτασαν οι αστυνομικοί στο σημείο τον κάλεσαν να παραδοθεί. Ο Θρασύβουλος εγκατέλειψε την κρυψώνα του, τους πλησίασε και παρέδωσε το περίστροφο του.

«Ήταν μια τρέλα αυτό που έκανα. Μα εκείνη τη στιγμή δεν ήξερα τι έκανα. Το μυαλό μου θόλωσε. Την αγαπούσα, ήθελα να την κάνω γυναίκα μου. Την είχα ζητήσει από τους δικούς της και εκείνη ξαφνικά, ύστερα από 15 μήνες γνωριμίας, με άφησε χωρίς να μου πει το γιατί. «Δεν σε θέλω», μου έλεγε, όσες φορές τη ρωτούσα. «Δεν σε θέλω», χωρίς να μου εξηγεί το γιατί. Εγώ, όμως, την αγαπούσα και δεν ήθελα να τη χάσω. Γιατί για εμένα ήταν όλος ο κόσμος. Πίστευα πάντα πως θα κατάφερνα να την κάνω να αλλάξει γνώμη. Γι’ αυτό ήρθα από την Κρήτη για να τη συναντήσω και να της ζητήσω να ξανακουβεντιάσουμε το ζήτημα μας και να δώσουμε μια λύση. Αλλά εκείνη όταν την πλησίασα δεν θέλησε να ακούσει κουβέντα. Μου γύρισε τις πλάτες και έκανε να φύγει. Την ακολούθησα παρακαλώντας την να δεχθεί να καθίσουμε κάπου να κουβεντιάσουμε μα εκείνη συνέχιζε το δρόμο της, χωρίς να μου δίνει σημασία. Αυτό ήταν που με έκανε να κάνω αυτό που έκανα. Και τότε, χωρίς να καταλαβαίνω τι κάνω, έβγαλα το περίστροφο και την πυροβόλησα» είπε στους αστυνομικούς.

Η Ελένη έμενε στην Αθήνα δέκα ολόκληρα χρόνια κοντά στην μητέρα του νονού της που την μεγάλωσε και την είχε σαν παιδί της. Την είχε βάλει και στο ατελιέ της για να μάθει την τέχνη της μοδίστρας για να μπορέσει αργότερα να κερδίσει μερικά χρήματα να φτιάξει την προίκα της και να καλοπαντρευτεί. Κάπου – κάπου όμως η Ελένη κατέβαινε στο χωριό της τα Χανιά και έμενε λίγο καιρό κοντά στους γονείς της. Σε ένα από αυτά τα ταξίδια την είδε πριν από περίπου 15 μήνες ο Θρασύβουλος, που τότε είχε μόλις ξεμπαρκάρει.

Του άρεσε και της ζήτησε να κάνουν παρέα και να γνωριστούν καλύτερα. Εκείνη όμως δε δέχτηκε. Εκείνος την πίεζε, όπως και τους γονείς της. Ούτε όμως εκείνοι όμως τον ήθελαν για γαμπρό και του το είχαν πει καθαρά. Ο ιδιοκτήτης του ατελιέ που δούλευε η Ελένη είπε στους αστυνομικούς πως όσα ισχυριζόταν ο Θρασύβουλος για τη δήθεν σχέση του με εκείνη ήταν ψέματα. «Όσα ισχυρίστηκε ότι είχαν σχέσεις 15 ολόκληρους μήνες ήταν ψέματα. Το κάνει αυτό για να ελαφρύνει την θέση του. Το κορίτσι δεν έκανε παρέα μαζί του. Αντίθετα τον είχε πάντα σε απόσταση, γιατί δεν της άρεσε να πάρει άντρα ναυτικό. Ήθελε άνθρωπο να βρίσκεται κοντά της και όχι στη θάλασσα και να τον βλέπει μία φορά στους δύο μήνες ή και το χρόνο. Εκείνος όμως δεν το έβαζε κάτω. Μια του άρεσε και ήθελε να την κάνει γυναίκα του με το στανιό».



Ο ναυτικός φαίνεται πως είχε φοβερίσει πολλές φορές στην κοπέλα ότι θα την σκότωνε αν δε δεχόταν να συνάψει σχέση μαζί του. Αυτό το είχε εξομολογηθεί και η ίδια η Ελένη στους γονείς της και στο αφεντικό της. «Αυτός δεν άλλαζε γνώμη και συνέχιζε να την ενοχλεί και να την απειλεί. Έτσι, τα πράγματα πήραν πολύ άσχημο δρόμο. Οι απειλές έγιναν πιο συχνές και το κορίτσι δεν ήξερε πια τι να κάνει. Δεν πέρασε όμως από το μυαλό μας πως θα πραγματοποιούσε εκείνο που έλεγε, γιατί τότε θα πηγαίναμε στην αστυνομία και θα παίρναμε και τα μέτρα μας για να το προφυλάξουμε».

Ο νεαρός ναυτικός επικαλέστηκε την «κακιά την ώρα», αφού δεν ήθελε να σκοτώσει -όπως είπε- την αγαπημένη του. «Η κακιά ώρα άλλαξε τα πράγματα και με έκανε φονιά. Τώρα πια είναι όλα χαμένα. Εκείνη χάθηκε και εγώ θα καταλήξω στη φυλακή. Δεν πέρασε ποτέ από το μυαλό μου πως μια γνωριμία 15 μηνών θα είχε αυτό το τέλος», είπε στους αστυνομικούς.
Η δίκη του ναυτικού

Ήταν 2 Φεβρουαρίου του 1972, όταν ο Θρασύβουλος κάθισε στο εδώλιο του Κακουργιοδικείου. «Μου σκότωσε το κορίτσι μου κύριε πρόεδρε γιατί δεν τον ήθελε. Μας απειλούσε ότι αν δεν του δίνω με την κόρη μας για γυναίκα του θα την σκότωνε» είπε ο πατέρας της Ελένης στο δικαστήριο και η μητέρα της συμπλήρωσε: «Σκότωσε το καλό μου το κορίτσι γιατί δεν ήθελε να τον παντρευτεί. Πολύ καιρό μας έστελνε μηνύματα, αλλά ούτε το κορίτσι μου ούτε και το σόι μας τον ήθελαν. Λέει τώρα πως η Ελένη τον αγαπούσε, αλλά είναι ψέμα. Μεταξύ τους δεν υπήρχε απολύτως τίποτε».

Τα ίδια είπε στο δικαστήριο και ο αδελφός του νονού της Ελένης, στο ατελιέ του οποίου εργάζονταν το κορίτσι πριν βρει φρικτό θάνατο. «Η Ελένη ήταν βαφτιστήρι του αδερφού μου. Εργαζόταν κοντά μου. Ήταν κοπέλα καλή, με ήθος και πολύ καλή στη δουλειά της. Τα καλοκαίρια πήγαινε στο χωριό. Ένα από αυτά που πήγα και εγώ εκεί έμαθα ότι υπήρχε κάποιος που την ήθελε και απειλούσε ότι αν δεν του την έδιναν θα την σκοτώσει. Την τελευταία φορά στην Αθήνα, 20 μέρες πριν από το φόνο, πήρε η Ελένη ένα γράμμα από την μητέρα της. Καθώς μου είπε, η μητέρα της της έγραφε ότι οι απειλές έγιναν εντονότερες. Για να την διασκεδάσω χαμογελώντας της είπα «πάρε τον λοιπόν να ησυχάσουμε». Εκείνη απάντησε: «Αυτόν τον άνθρωπο θα πάρω;». Την ημέρα του φόνου ήμουν στο ατελιέ και άκουσαν τους πυροβολισμούς τους οποίους εξέλαβα ως εξάτμιση αυτοκινήτου. Αργότερα όμως από την φασαρία και την αναταραχή που δημιουργήθηκε βγήκα και είδα την Ελένη νεκρή. Το θέαμα ήταν αποτρόπαιο» ανάφερε και κλείνοντας είπε: «Δε σημαίνει ότι όποιος αγαπά μπορεί και να σκοτώνει όποια αρνείται ή δεν τον θέλει».
Η απολογία του

Για «έγκλημα πάθους» έκανε λόγο στην απολογία του ο ναυτικός, λέγοντας πως θόλωσε από τον έρωτα που ένιωθε για την Ελένη και τη δική της απόρριψη. «Την Ελένη την γνωρίζω από παιδί. Πάντοτε την εκτιμούσα και εκείνη και την οικογένεια της. Όταν ξεμπάρκαρα και τύχαινε να την συναντήσω αυτή με κοιτούσε διαρκώς μέσα στα μάτια και είχα την εντύπωση ότι ενδιαφερόταν για μένα. Είχα να την δω πολύ καιρό, όταν την συνάντησα σε μία κηδεία. Στάθηκε κοντά μου και τότε ακριβώς είδα στα μάτια της που με κοιτούσαν επίμονα κάτι που πιστέψτε με δεν μπορώ να το εκφράσω με λόγια. Με κοιτούσε και το στόμα της έτρεμε. Παρατήρησα το πληγωμένο βλέμμα της και κατάλαβα την απέραντη αγάπη που έτρεφε για μένα. Από εκείνη τη στιγμή την αγάπησα και εγώ με όλη μου την ψυχή. Την τοποθέτησα μέσα στην καρδιά μου. Της έγραψα ένα γράμμα προκειμένου να συναντηθούμε και να συζητήσουμε για την αγάπη μας και το γάμο μας» είπε στο δικαστήριο υποστηρίζοντας πως και το θύμα του έδωσε γράμμα αγάπης αλλά αργότερα άλλαξε συμπεριφορά και ο ίδιος οδηγήθηκε στο έγκλημα.

«Καταπέλτης» ήταν ο εισαγγελέας της έδρας, ο οποίος ζήτησε την ενοχή του κατηγορούμενου, χαρακτηρίζοντάς τον «εγωκεντρικό και αδίστακτο εγκληματία». Μάλιστα, κατά την αγόρευσή του ανέφερε: «Σε όλους τους ανθρώπους είναι παραδεκτό πως όταν ερωτεύονται ή αγαπούν προσφέρουν τον εαυτό τους για θυσία. Υπάρχουν όμως και πολύ οι οποίοι δεν αισθάνονται έτσι. Αυτή είναι εγωκεντρικοί και σκληροί τύποι και πιστεύουν ότι μόνο το αντικείμενο της αγάπης τους πρέπει να υποφέρει τις δύσκολες στιγμές. Αυτοί οι τύποι όμως προχωρούν ακόμη περισσότερο αν το αντικείμενο αυτού του ερωτισμού τους αρνηθεί την αγάπη, και το φονεύουν. Δε βρίσκω καμία αιτιολογία για παροχή ελαφρυντικού. Το έγκλημα αυτό παρουσιάζει την αχρειότητα της ψυχής του».

Ισόβια κάθειρξη ήταν η απόφαση του δικαστηρίου για τον Θρασύβουλο, τον δολοφόνο της Ελένης, που στο άκουσμα της καταδίκης του, φώναξε: «Εγώ που την αγαπούσα ισόβια; Κτήνη με στείλατε για πάντα στη φυλακή. Καθάρματα, θα σας εκδικηθώ όλους! Λίγα λεπτά ελευθερίας να είχα και θα σας σκότωνα όλους. Θα σας έσφαζα και θα σας έπινα το αίμα».




Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Post Bottom Ad

Responsive Ads Here

Σελίδες